Δικαιώνεται η έρευνα του Πολυτεχνείου Κρήτης
Ο Αρειος Πάγος ζητά την ανέλκυση του πλοίου χαρακτηρίζοντας ως «την πλέον πειστικήτην έκθεση του καθηγητή Γιδαράκου
Την ανέλκυση του ναυαγίου του “Sea Diamond” λόγω της πρόκλησης ρύπανσης στη θαλάσσια περιοχή της Σαντορίνης ζητά ο Αρειος Πάγος, δικαιώνοντας παράλληλα τη μελέτη του Εργαστηρίου Διαχείρισης Τοξικών και Επικίνδυνων Αποβλήτων του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πολυτεχνείου Κρήτης με επικεφαλής τον καθηγητή Ευάγγελο Γιδαράκο, που διενεργήθηκε με πρωτοβουλία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων.
Tο ναυάγιο του “Sea Diamond” σημειώθηκε στις 5 Απριλίου του 2007, όταν το ομώνυμο κρουαζιερόπλοιο της εταιρείας “Louis Hellenic Cruises” προσέκρουσε σε ξέρα στον όρμο των Φηρών της Σαντορίνης και στη συνέχεια καταποντίστηκε στον όρμο του Αθηνιού, 10 χιλιόμετρα πιο μακριά από το σημείο της πρόσκρουσης.
Εκτοτε, ξεκίνησε μία μεγάλη συζήτηση για την ανέλκυση του ναυαγίου υπό τον φόβο ρύπανσης. Πραγματοποιήθηκαν μελέτες από Πανεπιστημιακά Ιδρύματα της Ελλάδας και του εξωτερικού, αλλά και απΆ το ΕΛΚΕΘΕ, ενώ τον Φεβρουάριο του 2011 ο Ευάγγελος Γιδαράκος και το Εργαστήριο Διαχείρισης Τοξικών και Επικίνδυνων Αποβλήτων του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πολυτεχνείου Κρήτης, παρέδωσε τη δική του έρευνα στην τότε Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κυκλάδων, η οποία την είχε ζητήσει.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της “Ναυτεμπορικής”, από τον Αρειο Πάγο επικυρώθηκαν οι ποινές που είχαν επιβληθεί στον πλοίαρχο και στον εκπρόσωπο της ναυτιλιακής εταιρείας για το ναυάγιο. Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αναίρεση του πλοιάρχου και του εκπροσώπου της εταιρείας, κρίνοντας ότι η εφετειακή απόφαση έχει πλήρη, ειδική, εμπεριστατωμένη και σαφή αιτιολογία όπως απαιτεί τα Σύνταγμα. Αντίθετα, έκανε δεκτή την αίτηση αναίρεσης του ανθυποπλοιάρχου και έπαυσε οριστικά τη σε βάρος του ποινική δίωξη, με το σκεπτικό ότι εφόσον βρισκόταν στη γέφυρα ο πλοίαρχος την ευθύνη την είχε αυτός και όχι ο ανθυποπλοίαρχος.
ΔΙΚΑΙΩΣΗ ΓΙΑ ΓΙΔΑΡΑΚΟ
Το 6ο τμήμα του Αρείου Πάγου με την υπΆ αριθμόν 515/2016 απόφασή του (την οποία κοινοποιεί στα “Χ.Ν.” ο κ. Γιδαράκος) ζητά την ανέλκυση του ναυαγίου κρίνοντας ότι η μελέτη του Εργαστηρίου του Πολυτεχνείου Κρήτης ήταν η πιο αξιόπιστη έναντι των υπολοίπων.
Οι δικαστές, αναφερόμενοι στη μελέτη του ΕΛΚΕΘΕ σχολιάζουν ότι το συμπέρασμά της είναι πως «οι επιπτώσεις στο θαλάσσιο οικοσύστημα της περιοχής ήταν σε γενικές γραμμές αμελητέες μεν, όμως παρατηρείτο ότι το εν λόγω βυθισμένο κρουαζιερόπλοιο περιείχε ρυπογόνα φορτία απελευθερούμενα έστω και με αργούς ρυθμούς». Οι δικαστές διαπιστώνουν «αντιφατικότητα της έκθεσης αυτής» η οποία όμως «δεν μπορεί να οδηγήσει το Δικαστήριο σε αντίθετη κρίση, ότι δεν υπήρχε στην περιοχή σοβαρή θαλάσσια ρύπανση, αφού αναφέρεται ότι τελικά τα ρυπογόνα φορτία του πλοίου απελευθερώνονται ακόμη έστω και με αργούς ρυθμούς».
Σε ό,τι αφορά την έκθεση του Πολυτεχνείου Κρήτης που επιβεβαιώθηκε από την κατάθεση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου του υπεύθυνου καθηγητή κ. Γιδαράκου, κρίνεται από το Δικαστήριο «ως πλέον πειστική σε σχέση με τις λοιπές».
Συγκριτικά με την έρευνα του ΕΛΚΕΘΕ οι δικαστές παρατηρούν ότι η έρευνά του «αλλού αναφέρει ότι από τον Μάιο του 2008 έως τον Μάιο του 2011 οι επιπτώσεις στο θαλάσσιο οικοσύστημα από το ναυάγιο ήταν αμελητέες και ότι οι ρύποι που αναφέρονται σε αυτό δεν προέρχονται από το ναυάγιο χωρίς να προσδιορίζει όμως σε ποιους ακριβώς παράγοντες οφείλονται οι ρύποι αυτοί, ενώ δεν συνοδεύεται και από γνωμοδοτήσεις ειδικών επιστημόνων, ώστε να πείθει για τα συμπεράσματά της. Σε άλλο σημείο μάλιστα αναφέρει ότι ο ρυθμός των ρύπων θα παραμείνει σταθερός στο μέλλον χωρίς να προβαίνει σε αξιολόγηση της εξέλιξης του φαινομένου σε σχέση με τη διάβρωση του πλοίου από την πάροδο του χρόνου».
Συγκριτικά με άλλα Πανεπιστήμια η έρευνα του κ. Γιδαράκου κρίνεται πλέον πειστική για τους εξής λόγους σύμφωνα με τους δικαστές: «Οι έρευνες των ευρημάτων από το Πανεπιστήμιο Κρήτης έγιναν σε διαπιστευμένα εργαστήρια και με δείγματα που ελήφθησαν από κοντινή σε σχέση με το ναυάγιο περιοχή με τη λογική ότι αν τα αποτελέσματα της ρύπανσης αρχίζουν να είναι μετρήσιμα και στην περιφέρεια, τότε η οικολογική καταστροφή θα είναι ανυπολόγιστη, ενώ τα λοιπά Ιδρύματα καθώς και το ΕΛΚΕΘΕ έλαβαν δείγματα από μακρινή σε σχέση με το ναυάγιο περιοχή, οπότε τα ευρήματα είναι αλλοιωμένα»{jcomments on}