Την περασμένη εβδομάδα, η Επιτροπή Περιβάλλοντος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ψήφισε μια σειρά τροπολογιών που αφορούν στη νομοθεσία των απορριμμάτων, με στόχο να προωθηθεί η προοπτική της Κυκλικής Οικονομίας[1] στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό, παρουσιάστηκε και σχετικός Οδικός χάρτης με τη Στρατηγική της ΕΕ για τα πλαστικά που, καίτοι θέτει φιλόδοξους στόχους, δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα ώστε να διασφαλίζει την άμεση και ουσιαστική λήψη και εφαρμογή μέτρων από τα Κράτη-Μέλη.
Η Στρατηγική για τα Πλαστικά αποβλέπει σε τρία βασικά σημεία: 1) την αποδέσμευση της παραγωγής πλαστικών από τη χρήση πρώτων υλών από ορυκτά καύσιμα και τη μείωση εκπομπών ρύπων θερμοκηπίου που παράγονται κατά τη διάρκεια παραγωγής τους, 2) τη βελτίωση της οικονομίας και την εντατικοποίηση της ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης τους και 3) τη μείωση των εκροών και απελευθέρωσης πλαστικών αλλά και των υπολειμμάτων τους και των βλαβερών ουσιών που αυτά μεταφέρουν μέσα στο περιβάλλον και ειδικότερα στο θαλάσσιο. Παρότι με μια πρώτη ανάγνωση η τάση μοιάζει θετική, οι άξονες αυτοί ενδεχομένως να κινούνται σε μονοπάτια που παρεκκλίνουν αρκετά από τη εκπλήρωση των φιλόδοξων στόχων που έχουν τεθεί.
Ειδικότερα, κρίνεται ανεπαρκής η αντικατάσταση των «παραδοσιακών» πλαστικών από άλλα είδη του υλικού, που αν και δεν προέρχονται από ορυκτά καύσιμα ευθύνονται, επίσης, για σημαντικές εκπομπές ρύπων, ενώ προβληματισμό δημιουργεί και ο πρωταγωνιστικός ρόλος που αποδίδεται στην ανακύκλωση έναντι της πρόληψης. Επίσης, οι διατάξεις που αφορούν στην προώθηση ανακυκλώσιμων συσκευασιών βιολογικής προέλευσης καθώς και των αντίστοιχων βιοδιασπώμενων ή/και κομποστοποιήσιμων δεν αποτελούν απαραίτητα μια θετική εξέλιξη στην αντιμετώπιση της θαλάσσιας ρύπανσης από τα πλαστικά, καθώς αφορούν υλικά που δεν βιοδιασπώνται στο θαλάσσιο περιβάλλον, πρέπει να συλλέγονται ξεχωριστά, ενώ η προώθησή τους ως εναλλακτικής ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση στους καταναλωτές, απομακρύνοντάς τους από τη λογική και τα συστήματα επαναχρησιμοποιήσιμων συσκευασιών. Τέλος, ο «στόχος της Ένωσης για τη μείωση των θαλάσσιων απορριμμάτων», ο οποίος διαμορφώνεται σε 30% μείωση έως το 2025 και σε 50% αντίστοιχα μέχρι το 2030 έχει μη δεσμευτικό χαρακτήρα ενώ τα μέτρα πρόληψης θαλάσσιων απορριμμάτων προβλέπεται να συμπεριληφθούν στα εθνικά προγράμματα πρόληψης αυτών.
Παρόλα αυτά, δεν είναι αμελητέα και τα θετικά σημεία του Σχεδίου Δράσης για την Κυκλική Οικονομία και της Στρατηγικής για τα Πλαστικά. Πιο συγκεκριμένα, τίθενται υψηλότεροι στόχοι ανακύκλωσης, ώστε αυτή να φτάνει το 60% για τα αστικά απόβλητα μέχρι το 2025 και το 70% μέχρι το 2030, ενώ αυξημένος είναι και ο στόχος ανακύκλωσης πλαστικών συσκευασιών στο 60% έως το 2025. Η ευθύνη των παραγωγών διευρύνεται ώστε να είναι εξολοκλήρου υπεύθυνοι για ολόκληρο τον κύκλο ζωής των προϊόντων τους, ενώ οι χρηματοδοτικές συνεισφορές από τους ίδιους θα πρέπει να καλύπτουν πλήρως το κόστος διαχείρισης των αποβλήτων που παράγονται από τα προϊόντα τους. Τα προτεινόμενα μέτρα συμπεριλαμβάνουν και την αναθεώρηση της Οδηγίας για τον Οικολογικό Σχεδιασμό (EcoDesign Directive) προωθώντας τη μετάβαση από αντικείμενα και προϊόντα μιας χρήσης, σε πιο ανθεκτικά προϊόντα κατάλληλα για πολλαπλές χρήσεις, εύκολα επισκευάσιμα και τελικά ανακυκλώσιμα. Τα Κράτη-μέλη έχουν την υποχρέωση να παρακολουθούν τα θαλάσσια απορρίμματα χερσαίας προέλευσης και να ενημερώνουν την Επιτροπή σε ετήσια βάση, με τη χρήση ενιαίων μεθοδολογιών (που θα αναπτυχθούν από την Επιτροπή μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους). Ωστόσο, δεν έχει διευκρινιστεί ακόμη αν τα θαλάσσια απορρίμματα χερσαίας προέλευσης αναφέρονται σε σκουπίδια στην ξηρά ή σε απορρίμματα στη θάλασσα. Τέλος, τα Κράτη-μέλη υποχρεούνται να ελαχιστοποιήσουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προέρχονται από τη χρήση πλαστικών συσκευασιών, μειώνοντας τα μη ανακυκλώσιμα υλικά ή την υπερβολική συσκευασία των προϊόντων με ταυτόχρονη την προώθηση επαναχρησιμοποιήσιμων συσκευασιών. Πιο συγκεκριμένα, ένα 10% όλων των συσκευασιών θα πρέπει να επαναχρησιμοποιούνται έως 2030. Αυτό θα ενισχύσει τη δημιουργία συστημάτων επιστροφής για φιάλες ποτών.
Παρά την ατολμία της ΕΕ να λάβει δραστικά και δεσμευτικά μέτρα, είναι προφανές ότι το ζήτημα των πλαστικών και της επίδρασής τους στο περιβάλλον βρίσκονται στην κορυφή της ατζέντας της. Την ίδια ώρα η Ελλάδα συνεχίζει την κακή παράδοση ολιγωρίας ως προς τη συμμόρφωση με τις Κοινοτικές Οδηγίες (παράδοση που έχουμε ακριβοπληρώσει πολλαπλώς και στο παρελθόν), καθώς έχουν ήδη περάσει 2 μήνες από την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας που είχε τεθεί στα κράτη μέλη για την κατάθεση των αναγκαίων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων με στόχο την ενσωμάτωση της Οδηγίας πλαίσιο για τον περιορισμό της πλαστικής σακούλας.
_[1] Η έννοια της κυκλικής οικονοµίας έρχεται να ανταποκριθεί στην φιλοδοξία για αειφόρο ανάπτυξη στα πλαίσια της αυξανόμενης πίεσης από την παραγωγή και κατανάλωση των πόρων και του περιβάλλοντος του πλανήτη. Έως τώρα, η οικονοµία λειτουργούσε κυρίως σύµφωνα µε το μοντέλο «παίρνω-φτιάχνω-απορρίπτω» – ένα γραµµικό µοντέλο στο οποίο κάθε προϊόν αναπόφευκτα φτάνει στο «τέλος της ωφέλιµης ζωής» του. Η µετάβαση σε µια κυκλική οικονοµία προϋποθέτει αλλαγή της εστίασης στην επαναχρησιµοποίηση, επισκευή, ανανέωση και ανακύκλωση υφιστάµενων υλικών και προϊόντων. Ό,τι προηγουµένως θεωρούνταν «απόβλητο», µπορεί να µετατραπεί σε πρώτες ύλη. Πηγή: «Κυκλική Οικονομία:Συνδέοντας, δημιουργώντας και διατηρώντας την αξία», Γενική Διεύθυνση Περ/ντος ΕΕ, 2014.