Κάθε καρνάγιο και καημός! Ένα εξαιρετικό άρθρο του Θανάση Λαμπρόπουλου δημοσίευσε το zougla.gr
Αργοπεθαίνει αργά αλλά σταθερά η παραδοσιακή τέχνη του «καραβομαραγκού», καθώς οι νέοι κυρίως από την νησιωτική Ελλάδα δεν έχουν καν τα ερείσματα της ναυτικής μας ναυπηγικής, κάτι που ασφαλώς κύρια ευθύνη φέρνει η Πολιτεία, αφού τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει έναν άτυπο διωγμό όλων των παραδοσιακών ναυπηγίων ανά την χώρα, με μοναδικό μάλλον σκοπό την παραχώρηση των χώρων που καταλαμβάνουν σε ιδιώτες επιχειρηματίες οι οποίοι όμως θέλουν να εγκαταστήσουν εκεί πολυτελή εστιατόρια και …. νυχτομάγαζα.
Έτσι κλείνοντας το ένα μετά το άλλο τα παραδοσιακά «ΚΑΡΝΑΓΙΑ», εκεί όπου άλλοτε υπήρχαν οι «σκαλωσιές», τα «φαλάγγια» και τα «μποτέλια», πεθαίνει και η παραδοσιακή τέχνη του «καραβομαραγκού», μια τέχνη που άλλοτε κατείχε πρωτεύοντα ρόλο στα επαγγέλματα κυρίως των νησιών μας, και η οποία όμως διατηρούσε την παραδοσιακή ναυπηγική τέχνη.
Και ενώ η επίσημη Πολιτεία(κτηματική υπηρεσία) ποιεί απλά την ….νήσσα απαιτώντας υπέρογκα ποσά προκειμένου να παραμείνουν τα παραδοσιακά ναυπηγεία στους παραθαλάσσιους χώρους που της ανήκουν, κάποιοι νέοι, κυρίως στις Κυκλάδες δεν το «βάζουν κάτω» και προσπαθούν να διατηρήσουν την τέχνη του «καραβομαραγκου» που έμαθαν από τον παππού και τον πατέρα τους, ανοίγοντας δικά τους παραδοσιακά καρνάγια, όχι φυσικά σε κάποια ερημική παραλία, έτσι ώστε να διευκολύνεται η είσοδος των σκαφών αλλά σε άλλες χερσαίες περιοχές, οι οποίες όμως δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα παλιά ναυπηγεία.
Εκεί λοιπόν στο ΙΣΤΕΡΝΙ της Πάρου την παραδοσιακή τέχνη του «καραβομαραγκου», προσπαθεί να διασώσει αλλά και να διαδώσει στους νέους μας ο Στάθης Αλιμπραντης ,ο οποίος έμαθε την τέχνη από τον παππού και στην συνέχεια από τον πατέρα του, αποφάσισε και μάλιστα εν μέσω οικονομικής κρίσης να «στήσει» το δικό του «Ταρσανα», φτιάχνοντας παραδοσιακά σκαριά, δηλ. τρεχαντήρια και σκούνες αλλά να επισκευάζει και να συντηρεί και πλαστικά σκάφη, για τα οποία όμως οι παλιοί υποστηρίζουν ότι δεν έχουν την άριστη πλεύση των παλιών παραδοσιακών σκαριών.
Τον συναντήσαμε στον 15 στρεμμάτων χώρο του καρνάγιου του ο οποίος είναι γεμάτος κυρίως από ψαροκάικα των συγχωριανών του, αλλά και με πολυτελή γυαλιστερά σκάφη, ενώ δεν έλειπαν και οι μικρές ξύλινες βάρκες, τις οποίες χρησιμοποιούν σήμερα μόνο οι ηλικιωμένοι Παριανοί, για να «βγάζουν το ψάρι της ημέρας» όπως λένε, και όχι για να κάνουν ψαροεμπόριο.
Οι καραβομαραγκοί, μας λέει με την γνήσια Παριανή προφορά, είναι ένα σπάνιο και υπό εξαφάνιση είδος, κάτι που όμως δεν συγκινεί κανέναν από τους μετέχοντες στην διακυβέρνηση της χώρας.»Δεν τους νοιάζει ρε αδελφέ» αν χάσουμε την την τέχνη των πρόγονων μας, και μαζί χάσουμε και την ναυτική μας παράδοση. Η έλλειψη όμως των καραβομαραγκών μας τονίζει είναι και από τους βασικούς λόγους που η κατασκευή αλλά και η συντήρηση των παλιών παραδοσιακών σκαριών είναι πιο ακριβή από των πλαστικών, τα οποία και φυσικά «κτίζονται» με τους διεθνείς ναυπηγικούς κανόνες.
Όση ώρα μας εξηγεί τα περί παραδοσιακής τέχνης δεν παύει να αραδιάζει κάτω από το παραδοσιακό 15μετρο σκαρί του Χρήστου Καραχάλιου, το οποίο λίαν συντόμως θα μετατραπεί σε ένα μικρό επιβατηγό-τουριστικο σκάφος που θα πραγματοποιεί θαλάσσιες περιηγήσεις ανά τις Κυκλάδες, ενώ παράλληλα εξετάζει και τις σανίδες του πεύκου, που όπως λέει θα αντικαταστήσουν τις παλιές της «κουβέρτας».
Το να είσαι καραβομαραγκός είναι τέχνη αλλά και μαγκιά μας λέει ο Στάθης αφού πρέπει να καρφώνεις χιαστί τα σανίδια, να ξύνεις και να βάφεις την παλιά σκούνα, ενώ μας εξηγεί ότι προτού ξεκινήσεις να «κτίσει» ένα παραδοσιακό ξύλινο σκαρί, φτιάχνει τα σχέδια που τα παίρνει πάνω στα ξύλα, και στην συνέχεια κατασκευάζει τον «νομέα», δηλ τον σκελετό του σκαριού καρφώνοντας ένα-ένα τα κομμάτια που τα φορμάρει πολύ καλά. Μόλις ολοκληρωθεί ο σκελετός ξεκινώ μας τονίζει την στεγανοποίηση, το πέτσωμα, το τρίψιμο, το στοκάρισμα και τέλος το «καλαφάτισμα», το οποίο όμως λόγω υπερβολικού κόστους αντικαταστάθηκε με τις 3 στρώσεις του ξύλου έτσι ώστε αυξάνει την μόνωση. Έτσι το σκαρί χρειάζεται μόνο ένα «μινιάρισμα», και κάθε 2-3 χρόνια πέρασμα με συντηρητικό ξύλου.
Όσον αφορά τα ξύλα που θα χρησιμοποιηθούν για ένα παραδοσιακό σκαρί είναι από ελληνικό πεύκο αλλά και από αφρικανικά ξύλα, τα οποία όμως στοιχίζουν ακριβότερα, και έτσι τα περισσότερα ξύλινα σκαριά σήμερα φτιάχνονται από ξύλα πεύκου.
Πάντως ο Στάθης Αλιμπραντης δηλώνει «φαν» των ελληνικών παραδοσιακών ξύλινων σκαφών, τα οποία όμως τονίζει έχουν πλέον χαθεί από τα ελληνικά νερά, και την θέση τους έχουν πάρει τα καλογυαλισμένα πλαστικά σκαριά, τα οποία όπως λένε οι παλιοί αναπτύσσουν μεν μεγάλες ταχύτητες, προσφέρουν πολυτέλεια στους ιδιοκτήτες τους αλλά δεν είναι για τις φουρτούνες και τις κακοθαλασσιές του Αιγαίου Πελάγους.
Στην όμορφη Πάρο τα παλιά χρόνια όπως μας λέει στο «Καρνάγιο» του παππού του στους Αγίους Αναργύρους η συντήρηση των σκαφών γινόταν μέσα στο λιμάνι με ένα απλό αλλά ιδιαίτερο και κουραστικό τρόπο, αφού οι «βαρκάρηδες» «μπάταραν» τα σκαριά τους από τη μια πλευρά με ανά βαρέλι γεμάτο νερό, το έξυναν και το άλειφαν με πίσσα και λίπος, και μόλις τελείωναν έβαζαν το βαρέλι από την άλλη πλευρά, και έτσι τέλειωναν, ενώ αργότερα τα πράγματα άλλαξαν αφού τα καΐκια απέκτησαν μηχανές, και μεγάλωσαν σε μήκος και όγκο. Έτσι μας λέει σήμερα τα μεγάλα σκαριά δεν μπορεί να συντηρηθούν με μια τούμπα, και μεις που έχουμε απομείνει είμαστε αναγκασμένοι να παρακολουθούμε πλέον την ναυπηγική και μηχανολογική εξέλιξη.
Για τον λόγο αυτό έχω εφοδιαστεί με όλα τα σύγχρονα μηχανήματα, καθώς και με γερανούς με τους οποίους βγάζω από το νερό τα σκάφη και τα μεταφέρω στις εγκαταστάσεις του «καρνάγιου» μου λέει, ενώ επισημαίνει ότι παλαιοτέρα έβγαζαν περισσότερα σκάφη που όμως ήταν πιο μικρά σε μήκος και όγκο από τα σημερινά.
Και κάπου εδώ παρεμβαίνει ο φίλος του Χρήστος Καραχάλιος που είναι και ο ιδιοκτήτης του ξύλινου παραδοσιακού σκάφους που σε λίγο θα πραγματοποιεί θαλάσσιες περιηγήσεις ανά τις Κυκλάδες με έδρα την Πάρο λέγοντας ότι ο καραβομαραγκός Στάθης μπορεί ευκολότερα να «συμμαζεύει» κάθε πλαστικό σκάφος αλλά χαίρεται όταν τα ροζιασμένα χέρια του πιάνουν το παλιό ξύλινο καΐκι.
«Έτσι έμαθε μας λέει την τέχνη του Καραβομαραγκού, και έτσι συνεχίζει να την κάνει».