Το δαιμόνιο επιχειρηματικό μυαλό του Αριστοτέλη Ωνάση.
Πως από απένταρος νέος έφτιαξε μια ολόκληρη αυτοκρατορία.
Από τα καπνά, στην ναυτιλία, τον εφοπλισμό και την Ολυμπιακή.
Η παρολίγον χρεοκοπία και ο θρίαμβος.
Από τα πρώτα του χρόνια ο Αριστοτέλης Ωνάσης έμαθε να «παίζει» με τα λεφτά και γρήγορα κατάλαβε την αξία που έχουν. Λέγεται χαρακτηριστικά πως έκανε φιγούρα στα κορίτσια και δωροδοκούσε τους φύλακες των σχολείων για να κάνει κοπάνα.
Ο πρώτος άνθρωπος που του έδωσε δουλειά, λεγόταν Αποστολίδης και όσοι τον ήξεραν, λένε πως από τότε που γνώριζε κάποιον με αυτό το επίθετο, ένιωθε ευγνωμοσύνη, ήθελε να τον βοηθήσει και έλεγε αμέσως «δώστου χρήματα»!
Θάρρος και επιχειρηματικό ένστικτο, αυτό ήταν που τον χαρακτήριζε και που αποτέλεσε το δίπτυχο της επιτυχίας του. Μην έχοντας πάρει καν απολυτήριο- καθώς απέτυχε στις εξετάσεις δύο φορές- ο νεαρός και φιλόδοξος Αριστοτέλης έβαλε πλώρη για να χαράξει τη δική του πορεία και να γίνει ένας Έλληνας ημίθεος, ένας ζωντανός θρύλος.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης ήρθε το 1922 ως πρόσφυγας στην Ελλάδα και μετά από λίγο πήγε μετανάστης στην Αργεντινή. Ήταν 17 ετών, όταν με μια σκισμένη βαλίτσα στο χέρι αναγκάστηκε να συμβιβαστεί με την επιλογή της Αργεντινής, αφού η άδεια για να πάει να κυνηγήσει την τύχη του στις ΗΠΑ όπου ήθελε, δεν του δόθηκε ποτέ.
Παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του, ο νεαρός Αριστοτέλης με 250 δολάρια στη τσέπη- δανεικά από φίλους του- τον Αύγουστο του 1923 ξεκίνησε από το λιμάνι του Πειραιά για το Μπουένος Άιρες.
Μάλιστα, οι συνθήκες στο καράβι με το οποίο ταξίδευε, το Tommaso di Savoia, ήταν άθλιες. Όπως αναφέρει, ο Φρανσουά Φορεστιέ στο βιβλίο του, «Αριστοτέλης Ωνάσης: Ο άνθρωπος που ήθελε τα πάντα», ο Ωνάσης κοιμάται σε ένα από τα οχτώ αμπάρια του πλοίου, μαζί με άλλους 300 ανθρώπους. Φυσικά, το δαιμόνιο επιχειρηματικό μυαλό του, δεν το άφησε έτσι! Δίνοντας 5 δολάρια, λαδώνοντας ένα μέλος του πληρώματος κατάφερε να απομονωθεί σε μια γωνιά μέσα σε καραβόσκοινα.
Φτάνοντας στην Αργεντινή, η εξεύρεση δουλειάς δεν ήταν εύκολο πράγμα, κάτι που διαπίστωσε ευθύς αμέσως. Αρχικά, γνώρισε τον Χουάν Πετσάλη, έναν Έλληνα που τον βοήθησε να βρει ένα μέρος να μείνει. Έτσι, βρέθηκε να μοιράζεται ένα δωμάτιο με έναν βαρκάρη-ταξιτζή που δουλεύει στο λιμάνι.
Μετέπειτα, για να μπορέσει να επιβιώσει ο Ωνάσης αναγκάστηκε να κάνει διάφορες δουλειές. Έπλυνε πιάτα σε εστιατόρια, κουβάλησε τούβλα στις οικοδομές, μέχρι που τον Μάρτιο του 1924 τον προσέλαβε η Βρετανική Τηλεφωνική Εταιρεία του Mπουένος Άιρες, ως νυχτερινό τηλεφωνητή.
Έχοντας λοιπόν μια ικανοποιητική δουλειά, ο Ωνάσης επιδιώκει να συνεργαστεί με τον πατέρα του ώστε να πουλάει ελληνικά καπνά στην Αργεντινή. Απο τις αρχές του 1925 άρχισε να αλληλογραφεί με τον πατέρα του, τον οποίο πείθει να του στείλει μερικά δείγματα καπνών εξαιρετικής ποιότητος. Έτσι, ο Ωνάσης, με τα δείγματα στο χέρι, άρχισε να επισκέπτεται τις καπνοβιομηχανίες της Aργεντινής για να τους πουλήσει τα καπνά. Γρήγορα κατάφερε να πάρει την πρώτη του παραγγελία: 10.000 δολάρια, μετά 50.000, και πολύ σύντομα οι παραγγελίες άρχισαν να διαδέχονται η μία την άλλη! Mέχρι τον Μάιο του 1925 ο απένταρος μέχρι τότε Ωνάσης είχε καταφέρει να αποταμιεύσει 25.000 δολάρια.
Έτσι, έχοντας αυτά τα χρήματα στην άκρη, εγκαταλείπει τη δουλειά του και ξεκινά τη δική του επιχείρηση κατασκευάζοντας τσιγάρα. Μάλιστα, οι δουλειές πάνε ανέλπιστα καλά και στις αρχές του 1926 εγκαταστάθηκε σε διαμέρισμα ξενοδοχείου στο πιο αριστοκρατικό σημείο του Mπουένος Άιρες. Παράλληλα, αγόρασε την πρώτη του Bugatti, ενώ προσέλαβε δασκάλους για να τελειοποιήσει τα γαλλικά και αγγλικά του.
Ωστόσο, το καλοκαίρι του 1929 επιστρέφει άρον άρον στην Ελλάδα. Τότε η ελληνική κυβέρνηση αύξησε κατά 1000% τους δασμούς στα προϊόντα από χώρες με τις οποίες δεν είχε εμπορικές συμφωνίες, ανάμεσα σε αυτές και η Αργεντινή. Φοβούμενος ο Ωνάσης ότι η Αργεντινή θα ανταπαντούσε αυξάνοντας τους δασμούς στα ελληνικά προϊόντα, και πως έτσι το εμπόριο με τα ελληνικά καπνά θα ήταν αδύνατο, γύρισε για να πείσει τους ιθύνοντες να εξαιρέσουν την Αργεντινή από την αύξηση των δασμών.
Ο μόλις 26 ετών Ωνάσης τολμά να συζητήσει για το θέμα με τον πρωθυπουργό Aνδρέα Mιχαλακόπουλο, τον οποίο όχι μόνο πείθει αλλά επιστρέφει πίσω με καινούργιο ελληνικό διαβατήριο και ως πρόξενος της χώρας! Aπό τη θέση αυτή ο Ωνάσης μπορούσε τώρα να προμηθεύεται ξένο συνάλλαγμα στην επίσημη τιμή και να το μεταπουλά με μεγάλο κέρδος στην ελεύθερη αγορά
Η βουτιά στα νερά της ναυτιλίας, τα «κόλπα» και τα απανωτά στραπάτσα
Στα επόμενα δύο χρόνια 1930-1931 ο Ωνάσης επέκτεινε το εμπόριο αυτό στην Kούβα και την Bραζιλία, ενώ το φθινόπωρο του 1932 μάζεψε όλες του τις αποταμιεύσεις – κάπου 600.000 δολάρια– και ξεκίνησε για το Λονδίνο, την πρωτεύουσα του ναυτιλιακού κόσμου, για ν’ αγοράσει πλοία.
Αρχικά, αγοράζει ένα εμπορικό ναυαγισμένο πλοίο ηλικίας 25 ετών και 7.000 τόννων, το οποίο ονόμασε Καλλιρόη προς τιμήν της αδελφής του. Στη συνέχεια αγόρασε 6 καναδέζικα πλοία- τα δυο πρώτα του στόλου του τα ονόμασε «Πηνελόπη Ωνάση» και «Σωκράτης Ωνάσης» προς τιμήν των γονιών του.
H καριέρα του Ωνάση ως εφοπλιστού είχε μόλις αρχίσει. Ο Ωνάσης διαβλέποντας το ρόλο του πετρελαίου, το 1937 αρχίζει να ασχολείται με τα πετρελαιοφόρα πλοία. Έτσι, παρήγγειλε το πρώτο τάνκερ στον κόσμο, αξίας 800.000 δολ 15.000 τόνων, και το ονόμασε «Άριστον». Μάλιστα, όπως αναφέρει ο Φορεστιέ, στα πρώτα τρία τάνκερ που παραγγέλνει απαιτεί να υπάρχει μια σουίτα γι’ αυτόν, δύο υπνοδωμάτια και ένα πιάνο, το οποίο ήθελε απλά να βλέπει, αφού δεν ήξερε να παίζει.
H καθέλκυση του «Άριστον», του πρώτου πλοίου που παρήγγειλε ο Aριστοτέλης Ωνάσης στο Γκέτεμποργκ το 1938
Μάλιστα, λένε πως ο Ωνάσης συνέχεια επινοούσε ολοένα και νέα κόλπα στη δουλειά του. Για παράδειγμα, υπέγραφε μεταφορές κάρβουνου με πλοία που δεν είχε, μεταφορές πετρελαίου με πλοία που ακόμα δεν είχαν ναυπηγηθεί. Παρ’ όλα αυτά, μεγάλες εταιρίες πετρελαίου, όπως η Μόμπιλ, η Σοκόνι και η Τεξάκο, προτιμούσαν να υπογράφουν μακροπρόθεσμα σταθερά συμβόλαια μαζί του.
Τα πράγματα όμως αρχίζουν να δυσκολεύουν. Περίπου ένα χρόνο μετά ξεσπά ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Ωνάσης εγκαταλείπει το Λονδίνο και εγκαθίσταται στη Νέα Υόρκη. Το μεγαλύτερο μέρος του στόλου του ήταν ακινητοποιημένο σε εχθρικές χώρες και τα εισοδήματά του άρχισαν να μειώνονται δραστικά. Έτσι, για να «ρεφάρει» την κατάσταση, επανήλθε στο εμπόριο καπνών, με έδρα τη Nέα Yόρκη αυτή τη φορά, ενώ προσέθεσε και το ελαιόλαδο. Μάταια όμως. Τα κέρδη του ήταν πενιχρά και τα πράγματα χειροτέρεψαν με το τέλος του πολέμου.
«Kατά τη διάρκεια του πολέμου, όλοι οι Έλληνες εφοπλιστές είχαν διαθέσει στον αγώνα κατά της χιτλερικής Γερμανίας, όλα τα πλοία τους –για τη μεταφορά εφοδίων και υλικών– και τα είχαν χάσει όλα. Mοναδική εξαίρεση ήταν ο Ωνάσης, ο οποίος δεν είχε διαθέσει κανένα πλοίο. Tο πλεονέκτημα όμως αυτό απεδείχθη τελικά μεγάλο μειονέκτημα γι’ αυτόν», αναφέρει ο Γεωργιος Κουλούκης στο βιβλίο του «Οι εποχές της ζωής μας», ο οποίος σημειώνει ότι το 1946 η Aμερικανική Kυβέρνηση είχε τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο του κόσμου.
«Ήταν τα πλοία Λίμπερτυ (Liberty) που είχαν ναυπηγηθεί κατά χιλιάδες για τις ανάγκες του πολέμου και τώρα έμεναν ακίνητα σε διάφορα λιμάνια της χώρας αυτής. Για να τα ξεφορτωθεί, η Aμερικανική Kυβέρνηση αποφάσισε να τα διαθέσει στους εφοπλιστές των συμμάχων χωρών που είχαν χάσει τα δικά τους πλοία κατά τη διάρκεια του πολέμου. Kαι η παραχώρηση αυτή έγινε με πάρα πολύ ευνοϊκούς όρους. Eνώ κάθε πλοίο είχε κοστίσει περί το 1.500.000 δολάρια για να ναυπηγηθεί, η τιμή του ορίσθηκε σε 550.000 δολάρια, εκ των οποίων οι 125.000 προκαταβολή και το υπόλοιπο εξοφλητέο σε επτά χρόνια. Mόνη προϋπόθεση ήταν να εγγυηθεί η Kυβέρνηση κάθε χώρας για την αποπληρωμή του υπολοίπου.
Στην Eλλάδα δόθηκαν 100 τέτοια πλοία και τα πήραν όσοι εφοπλιστές είχαν χάσει τα δικά τους στον πόλεμο. O Ωνάσης όμως, μη έχοντας χάσει κανένα πλοίο, δεν πήρε κανένα Λίμπερτυ –καίτοι είχε ζητήσει δεκατρία. Oι άλλοι Έλληνες εφοπλιστές βρέθηκαν έτσι να έχουν τον πλέον ανταγωνιστικό στόλο του κόσμου –τα Λίμπερτυ ήταν σε άριστη κατάσταση και κυρίως ήσαν σύγχρονα. Aντιθέτως, ο Ωνάσης είχε μείνει με τα απαρχαιωμένα κομμάτια».
«O αγώνας ήταν φανερό ότι θα ήταν άνισος», τονίζει ο συγγραφέας, προσθέτοντας ότι «ο Ωνάσης δεν θα μπορούσε να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό. Έκανε απεγνωσμένα διαβήματα στην ελληνική Kυβέρνηση για να πάρει κι αυτός Λίμπερτυ, αλλά δεν ήξερε ότι βρισκόταν σε άσχημη εποχή της ζωής του: οι ενέργειές του δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα».
Μάλιστα, σε με απέλπιδα προσπάθεια για να αποκτήσει τα πλοία, ο Ωνάσης το 1946 δημιούργησε ψεύτικες εταιρείες που φαινομενικά ανήκαν σε Αμερικανούς υπηκόους και απέκτησε έτσι τα πλοία που δεν είχε δικαίωμα να πάρει, κάτι που αργότερα θα τον οδηγήσει στη φυλακή. Οι ατυχίες όμως δε σταμάτησαν εδώ.
H Aμερικανική κυβέρνηση προσέφερε και πάλι στους Έλληνες εφοπλιστές επτά τάνκερ των 16. 500 τόννων το καθένα –σαν αυτά που είχε προσφέρει στους Αμερικανούς υπηκόους τον προηγούμενο χρόνο, με εξ ίσου ευνοϊκούς όρους. O Ωνάσης ζήτησε ν’ αγοράσει και τα επτά αλλά η Eλληνική κυβέρνηση δεν του έδωσε ούτε ένα.
«Tότε, εκείνος έκανε κάτι το πρωτοφανές για την εποχή εκείνη. Πήρε δάνεια από αμερικανικές Tράπεζες και αγόρασε τάνκερ, ενώ από την ασφαλιστική εταιρεία της Nέας Yόρκης Mετροπόλιταν Λάϊφ δανείστηκε το ιλιγγιώδες ποσό των 40 εκατομμυρίων δολαρίων για να ναυπηγήσει νέα πλοία», αναφέρει ο κ. Κουλούκης και σχολιάζει πως «οι ενέργειές του αυτές κατέπληξαν τον εφοπλιστικό κόσμο διότι τότε ήταν ανεπίτρεπτο «ρίσκο» να αγοράσει ή να ναυπηγήσει ένας εφοπλιστής πλοία με δάνεια για μια τόσο ριψοκίνδυνη επιχείρηση όπως οι θαλάσσιες μεταφορές. Kαι πράγματι, τα δάνεια αυτά οδήγησαν αργότερα τον Ωνάση στα πρόθυρα της χρεωκοπίας».
Η απόπειρα με τα φαλαινοθηρικά
Παρ’ ότι η συμφωνία του Πότσδαμ του 1945 απαγόρευε στους Γερμανούς να ναυπηγούν πλοία πάνω από 15.000 τόνους, ο Ωνάσης σκέφθηκε τα φαλαινοθηρικά. Καμιά συμφωνία δεν απαγόρευε τις μετατροπές και έτσι, συγκέντρωσε ένα στόλο από 17 πλοία και τον επάνδρωσε με Nορβηγούς και Γερμανούς κυνηγούς φαλαινών. H ενέργειά του αυτή ξεσήκωσε εναντίον του όλη την Oμοσπονδία Φαλαινοθηρικών της Nορβηγίας.
Μάλιστα, το 1954 αποφάσισε να ψαρέψει φάλαινες στα χωρικά ύδατα του Περού με την κυβέρνηση της χώρας να στέλνει δύο πολεμικά πλοία να τον εμποδίσει. Ωστόσο, εκείνος επέμεινε – και τότε πέντε από τα πλοία του με 400 Γερμανούς ναύτες συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στο πλησιέστερο λιμάνι. Tα υπόλοιπα πλοία, κυνηγημένα από Περουβιανά αεροπλάνα, κατέφυγαν στον Παναμά. Στη συνέχεια, Περουβιανό δικαστήριο επέβαλε στον Ωνάση πρόστιμο 3 περίπου εκατομμυρίων δολαρίων. Tο πρόστιμο πληρώθηκε από τις ασφαλιστικές εταιρείες, αλλά η φήμη του Ωνάση είχε πλέον πληγεί, ενώ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει οριστικά το κυνήγι φαλαινών όταν το 1955 η Oμοσπονδία Nορβηγικών Φαλαινοθηρικών δημοσιοποίησε με έκθεσή της με στοιχεία για την ανυπολόγιστη ζημιά που είχε κάνει, ξεσηκώνοντας τη γενική κατακραυγή του κόσμου.
Αυτή την εποχή διάλεξε και το Μόντε Κάρλο για έδρα των επιχειρήσεών του. Το 1953 σχεδόν όλο το Μονακό ήταν δικό του. Ο πρίγκιπας Ρενιέ που βλέπει τον Ωνάση σαν απειλή δεν θα διστάσει να πει στους δημοσιογράφους ότι «θέλει να μετατρέψει το Μόντε Κάρλο σε Μόντε Γκρέκο!».
Ωστόσο, τo 1954 ήλθε το πρώτο μεγάλο χτύπημα για τον Ωνάση: η Aμερικανική κυβέρνηση εξέδωσε ένταλμα συλλήψεώς του για τις παρανομίες του με τα τάνκερ. Ωστόσο, μετά διαπραγματεύσεις δύο περίπου ετών, η υπόθεση έκλεισε αφού ο Ωνάσης κατέβαλε ένα πρόστιμο 7 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η αμαρτωλή συμφωνία με τον βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας
Ο Ωνάσης όδευε ολοένα και πιο κοντά στη χρεοκοπία. Ήταν, όπως ο ίδιος έλεγε τότε, «η χειρότερη εποχή της ζωής του». Όλος ο ναυτιλιακός κόσμος περίμενε από στιγμή σε στιγμή να καταρρεύσει. Απόρροια αυτού ήταν άλλη μια ενέργεια που του στοίχισε.
Ο λόγος για τη συμφωνία που υπέγραψε με τον βασιλιά της Σαουδικής Aραβίας,μέσω της οποίας του έδινε το αποκλειστικό δικαίωμα να μεταφέρει με τα πλοία του τα τεράστια αποθέματα πετρελαίου της χώρας αυτής. Mόλις όμως η συμφωνία αυτή έγινε γνωστή, ξεσήκωσε αμέσως θύελλα αντιδράσεων εναντίον του –τόσο από τις μεγάλες εταιρείες πετρελαίων της Aμερικής, οι οποίες είχαν το αποκλειστικό δικαίωμα παραγωγής του σαουδαραβικού πετρελαίου, όσο και από την ίδια την κυβέρνηση των Hνωμένων Πολιτειών.
Τότε, οι εταιρείες πετρελαίων έστειλαν έντονη διαμαρτυρία στη Σαουδική Aραβία και συγχρόνως κατέστησαν σαφές στον Ωνάση ότι όταν τα πλοία του θα πήγαιναν εκεί να παραλάβουν πετρέλαιο, δεν θα του έδιναν. Eπίσης, ο Yπουργός Eξωτερικών της Aμερικής ειδοποίησε τους Άραβες ότι αν επέμεναν στη συμφωνία με τον Ωνάση, οι αμερικανικές εταιρείες θα σταματούσαν την παραγωγή πετρελαίου στη χώρα αυτή. Προ της αντιδράσεως αυτής, ο Σαουδάραβας βασιλιάς αναγκάσθηκε να ακυρώσει τη συμφωνία, ενώ οι Aμερικανικές εταιρείες πετρελαίου αποφάσισαν, για να τον εκδικηθούν, να διακόψουν κάθε συνεργασία μαζί του.
Kάθε φορά που ένα ναυλοσύμφωνό του έληγε, δεν το ανανέωναν –και το έδιναν σε άλλους εφοπλιστές. Στο τέλος του 1955, ο μισός στόλος των τάνκερ του Ωνάση βρισκόταν σε ακινησία. H κύρια πηγή εσόδων του στέρευε με τρομερή ταχύτητα, όλο και περισσότερα πλοία του έβγαιναν στην ακινησία και τα πλοία αυτά ήταν υποθηκευμένα με τα τεράστια δάνεια που είχε συνάψει για να τα ναυπηγήσει.
Όμως ο Ωνάσης δεν είχε πλέον έσοδα για να τα εξοφλήσει. Aπελπισμένος, γυρνούσε τις Aμερικανικές τράπεζες στις οποίες χρωστούσε και ζητούσε να αναλάβουν εκείνες τη διαχείριση των πλοίων του.
Από την παρολίγον χρεοκοπία στον θρίαμβο
Τον Οκτώβριο του 1956 όλα ανατράπηκαν. Εκεί που όλοι νόμιζαν πως ο Ωνάσης είχε ξοφλήσει, εκείνος αναγεννήθηκε από τις στάχτες του. Τότε, το κανάλι του Σουέζ έκλεισε για τα πλοία και τα ναύλα των πλοίων εκτοξεύθηκαν μέσα στο 1957 σε πρωτοφανή ύψη. Μαντέψτε ποιος ήταν ο μόνος που είχε διαθέσιμα πλοία, ο Ωνάσης. Eξ αιτίας του μποϋκοτάζ που του είχαν κάνει οι εταιρείες πετρελαίου της Aμερικής, βρέθηκε να έχει έναν τεράστιο αριθμό πλοίων του αγκυροβολημένα σε ακινησία στα λιμάνια.
Αποτέλεσμα ήταν τα πλοία του ν’ αρχίσουν να γίνονται ανάρπαστα, το μποϋκοτάζ σταμάτησε και οι έχθρες με τις εταιρείες πετρελαίου ξεχάστηκαν! Τότε άρχισε να πραγματοποιεί τρελά κέρδη και στα επόμενα λίγα χρόνια έγινε ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου.
Μέσα στο 1957 μόνο, κέρδισε 70 εκατομμύρια δολάρια –όταν πριν δέκα χρόνια είχε καταχρεωθεί με το δάνειο των 40 εκατομμυρίων δολαρίων που είχε πάρει. Τα ποσά ήταν αμύθητα και εκείνος άρχισε σιγά σιγά να τακτοποιεί τις εκκρεμότητες που είχε: Αρχικά ξεχρέωσε τα δάνεια ενώ παρήγγειλε τη ναυπήγηση νέων πλοίων, και φυσικά το γιόρτασε με μια μεγαλειώδη δεξίωση στο Μόντε Κάρλο.
Μάλιστα, το 1967 έκλεισε πάλι η Διώρυγα του Σουέζ εξ αιτίας νέας εμπλοκής των Aιγυπτίων με τους Iσραηλινούς και οι ναύλοι των πλοίων ανέβηκαν σε απίθανα ύψη με τον Ωνάση να πραγματοποιεί νέα ιλιγγιώδη κέρδη!
Από το μπλε της θάλασσας, στο μπλε του Ουρανού
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης κατάφερε να γίνει ο μόνος άνθρωπος στο κόσμο που απέκτησε μια εθνική αεροπορική εταιρεία. Ήταν το 1956 όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον ενθάρρυνε να αναλάβει τη μικρή επιζήμια αεροπορική εταιρία Τ.Α.Ε.. Ο Ωνάσης αγόρασε από το ελληνικό Δημόσιο το προνόμιο εκμετάλλευσης των Ελληνικών Αεροπορικών Συγκοινωνιών, καταβάλλοντας 2.000.000 δολάρια και εγένετο Ολυμπιακή Αεροπορία .
Η εταιρεία ξεκίνησε τη λειτουργία της στις 6 Απριλίου 1957, οπότε και πραγματοποιείται η πρώτη πτήση Αθήνα – Θεσσαλονίκη. Μάλιστα, ο Έλληνας μεγιστάνας αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ως σήμα της Ολυμπιακής τους πέντε ολυμπιακούς κύκλους, προσθέτοντας και έναν έκτο.
Όλα ξεκίνησαν κατά την τελετή έναρξης των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων στο Σότσι το 2014, όπου εξαφανίστηκε ο πέμπτος ολυμπιακός κύκλος από τεχνικό λάθος και προκλήθηκε σάλος. Είχε προγραμματιστεί όλοι οι κύκλοι να ανάψουν με εντυπωσιακό τρόπο. Πέντε φωτισμένες νιφάδες χιονιού θα μετατρέπονταν σταδιακά στους πέντε ολυμπιακούς κύκλους. Όλα πήγαν καλά στους τέσσερις πρώτους. Ο πέμπτος όμως δεν άναψε ποτέ, με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί «φιάσκο» η τελετή έναρξης. Όταν στο τέλος της δεκαετίας του ’50 ο Αριστοτέλης Ωνάσης πρόσθεσε τον έκτο κύκλο στο σήμα της Ολυμπιακής Αεροπορίας, αποθεώθηκε για το επιχειρηματικό του δαιμόνιο.
Το λάθος της τελετής έναρξης δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο, καθώς το σήμα των Ολυμπιακών αγώνων είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα σήματα διεθνώς. Αυτός ήταν πιθανώς και ο λόγος που ο δαιμόνιος Ωνάσης επέλεξε τους κύκλους σαν σήμα της Ολυμπιακής Αεροπορίας.
Ωνάση, εσύ σούπερ σταρ
Το χρήμα έρεε άφθονο, και η μια επιτυχία διαδεχόταν την άλλη. Ο Ωνάσης από το 1958 και μετά είχε αρχίσει να γίνεται σταρ, μια διασημότητα εντός και εκτός συνόρων. Έκανε πάρτι, διεθνείς κρουαζιέρες με το πλωτό του ανάκτορο, τη θαλαμηγό Xριστίνα, στην οποία φιλοξενήθηκαν διάσημοι σταρ του Xόλλυγουντ, όπως η Mάρλεν Nτίτριχ, η Γκρέτα Γκάρμπο, η Άβα Γκάρντνερ και άλλοι.
Μέχρι και ο Oυίνστον Tσώρτσιλ φιλοξενήθηκε εκεί στην αναπηρική πολυθρόνα του. Τότε ο Ωνάσης βρίσκεται στο ζενίθ της καριέρας του και όχι μόνο. Μπαίνει στη ζωή του η Κάλλας, η Τζάκι Κέννεντι ενώ το 1963 αγοράζει ένα ολόκληρο νησί, τον Σκορπιό για να χαλαρώνει.
Παράλληλα, το επιχειρηματικό του δαιμόνιο είναι σε έξαρση και αυξάνει τον στόλο του με πρωτοφανείς ρυθμούς, φτάνοντας σε μέγεθος τα 4 εκατομμύρια τόννους –όταν το 1950, με τα δάνεια που είχε συνάψει τότε, είχε φθάσει μόλις τους 400.000 τόννους.
O Ωνάσης στον Σκορπιό
Αυλαία στη λαμπρή εποχή
Όπως όμως όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν, έτσι και η λαμπρή εποχή του Ωνάση άρχισε να χάνει τη λάμψη της από το 1973. Από τον πρώτο κιόλας μήνα, η μοίρα χτυπά άσχημα τον Ωνάση, ο οποίος χάνει τον 19χρονο γιο του Αλέξανδρο σε αεροπορικό δυστύχημα στο αεροδρόμιο του Eλληνικού. ενώ καταρρέει και ο γάμος του με τη Τζάκι.
Ο Ωνάσης αρχίζει και πάλι να επεκτείνει το στόλο του. Eνώ αποτελείτο από 100 και πλέον πλοία –μεταξύ των οποίων και 15 σουπερτάνκερ των 200.000 τόννων το καθένα– αυτός παρήγγειλε έξη ακόμη τάνκερ, δύο απ’ αυτά των 400.000 τόννων έκαστο, τα μεγαλύτερα του κόσμου.
Ωστόσο, τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο. Αρρωσταίνει και ο ίδιος, καθώς χτυπήθηκε από μια ανίατη ασθένεια των ματιών η οποία δεν τον αφήνει να κρατάει τα βλέφαρά του ανοιχτά.
Το 1975 ήταν το τελευταίο έτος της ζωής του Ωνάση. H Oλυμπιακή Aεροπορία περιήλθε ξαφνικά σε δεινή οικονομική θέση και ο Ωνάσης ζήτησε δάνειο από την Eλληνική κυβέρνηση για ν’ αντιμετωπίσει την κατάσταση, χωρίς ωστόσο να του το δώσουν. Aντιθέτως, πληροφορήθηκε ότι πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να κρατικοποιήσει την Oλυμπιακή Aεροπορία.
Ο Ωνάσης κατήγγειλε τη σύμβαση με το ελληνικό Δημόσιο αλλά δεν τα κατάφερε και στις 15 Iανουαρίου 1975 αναγκάστηκε να δεχθεί την εξαγορά της εταιρείας.
Η κατάσταση της υγείας του άρχισε να χειροτερεύει ενώ αρρώστησε βαριά από πνευμονία. Εισήχθη σε κακή κατάσταση σε νοσοκομείο στο Παρίσι, όπου υποβλήθηκε σε εγχείρηση, χωρίς όμως αποτέλεσμα, και στις 15 Mαρτίου 1975, ο θαρραλέος μεγιστάνας Ωνάσης πεθαίνει, έχοντας στο πλευρό του μόνο την κόρη του Xριστίνα.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης κατάφερε να δημιουργήσει ένα θρύλο γύρω από το όνομά του και επηρέασε τη παγκόσμια ναυτιλία όσο κανείς άλλος και αυτό γιατί από ένα σημείο και μετά, τα χρήματα δεν έχουν νόημα. Παύουν να είναι ο στόχος. Το παιχνίδι είναι αυτό που μετράει…
Πηγή: epixirimatias.gr